Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2007

Απάντηση σε ερώτημα

Μια από τις πιο συχνές ερωτήσεις, που αφορά στα καινούρια αυτοκίνητα, είναι ‘‘γιατί υποχρεώνεται ο αγοραστής να δεχτεί την ασφάλιση της αντιπροσωπείας απ’ όπου αγοράζει το αυτοκίνητο;’’

Ας ξεκινήσουμε απ’ το ότι οι αντιπροσωπείες αυτοκινήτων έχουν συνάψει συμβάσεις με ασφαλιστικές εταιρείες ή πρακτορεία ασφαλειών και λόγω του όγκου των αυτοκινήτων που ασφαλίζονται, αμείβονται με υψηλές προμήθειες και bonus παραγωγής. Είναι λογικό λοιπόν, να ωθούν, κατά κάποιο τρόπο, τον αγοραστή στην ασφάλιση που του προτείνουν.

Ας έρθουμε τώρα στην απάντηση. Θα πρέπει να γνωρίζουμε όλοι, ότι σύμφωνα με το άρθρο 361 του Αστικού Κώδικα, της Αρχής Ελευθερίας Συμβάσεων, δεν υποχρεούμαστε σαν αγοραστές καινούριου αυτοκινήτου να το ασφαλίσουμε στην αντιπροσωπεία που το αγοράζουμε, ούτε και σε καμία ασφαλιστική εταιρεία που μας προτείνεται. Αναφέρεται η λέξη ‘‘προτείνεται’’, θέλοντας να πιστεύουμε ότι μας προτείνουν οι αντιπρόσωποι αυτοκινήτων και δε μας εξαναγκάζουν να δεχτούμε την ασφάλισή τους.

Κάποιος θα ρωτήσει: ‘‘τι γίνεται στις περιπτώσεις που το αυτοκίνητο αγοράζεται μέσω τράπεζας ή εταιρείας χρηματοδότησης;’’ Διότι οι αντιπρόσωποι ρίχνουν το ‘‘μπαλάκι’’ στις τράπεζες και δικαιολογούν την απαίτησή τους λέγοντας πως η τράπεζα ζητάει τη συγκεκριμένη ασφαλιστική εταιρεία και άλλα παρόμοια.

Ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωση, δεν έχει δικαίωμα κανείς να μας υποχρεώσει να ασφαλιστούμε στην αντιπροσωπεία που αγοράζουμε το αυτοκίνητο και στην ασφαλιστική εταιρεία που συνεργάζεται. Η χρηματοδότηση όμως μας υποχρεώνει ως προς τις καλύψεις που θα έχει το ασφαλιστήριο μας. Συνήθως οι τράπεζες, που κατά τη διάρκεια της χρηματοδότησης, είναι οι ιδιοκτήτες του αυτοκινήτου, ενδέχεται να μας επιβάλλουν πέραν της κάλυψης της Αστικής Ευθύνης προς τρίτους, να ασφαλίσουμε το αυτοκίνητο για Πυρκαγιά και Κλοπή στην αξία του αυτοκινήτου. Επίσης χρειάζεται να ασφαλιστεί ο οδηγός-ιδιοκτήτης με Προσωπικό Ατύχημα, μια κάλυψη ενσωματωμένη στα ασφαλιστήρια αυτοκινήτων.

Να επισημάνουμε, τέλος, ότι ο αγοραστής υποχρεούται να ασφαλίζει για τα χρόνια που ισχύει η χρηματοδότηση, διά λογαριασμό της τράπεζας και η τράπεζα ζητάει αντίγραφο ασφαλιστηρίου ή βεβαίωση ασφάλισης που να αναφέρεται ότι πρώτος δικαιούχος είναι η ίδια.

Συνοψίζοντας, λοιπόν, ξεκαθαρίζουμε ότι, ο καθένας μας είναι υπεύθυνος για την ασφάλιση του οχήματός του και κανείς δε μπορεί να τον υποχρεώσει με οποιοδήποτε τρόπο να ασφαλιστεί σε συγκεκριμένη εταιρεία ασφάλισης. Αυτό ας είναι τελείως ξεκάθαρο.

Ας κάνουμε μία παρένθεση και να αναρωτηθούμε σε ποια περίπτωση θα εξυπηρετηθούμε καλύτερα αν εμπλακούμε σε ατύχημα; Αν είμαστε ασφαλισμένοι στον προσωπικό μας ασφαλιστή που γνωρίζουμε και εμπιστευόμαστε, έχει άδεια ασφαλιστή και είναι επαγγελματίας στο αντικείμενό του, ή στον πωλητή αυτοκινήτων που μεσολαβεί στη σύναψη ασφαλιστηρίου χωρίς να γνωρίζει και πολλές λεπτομέρειες για ασφάλειες; Ας αφήσουμε τους αντιπροσώπους αυτοκινήτων λοιπόν, να κάνουν τη δουλειά τους, σαν πωλητές και ας απευθυνθούμε σε πιστοποιημένους επαγγελματίες για την ασφάλιση του αυτοκινήτου μας!

Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2007

Λάθος ασφαλίσεις κατοικιών και δανείων!!!


Πολύ λίγα πράγματα γνωρίζει ο Έλληνας, για την ασφάλιση της κατοικίας του. Κι αυτό γιατί η ασφάλιση κατοικίας έρχεται σαν δευτερεύουσα ασφάλιση, μέσα στο πλήθος των οικογενειακών εξόδων. Έτσι το ποσοστό ασφαλισμένων κατοικιών στην Ελλάδα είναι απ’ τα πιο χαμηλά στην Ευρώπη.

Τα τελευταία χρόνια βέβαια, με την έξαρση των στεγαστικών δανείων, από τις τράπεζες προσφέρονται και ασφαλίσεις κατοικιών. Η εν λόγω ασφάλιση, όμως, περνάει στα ‘‘ψιλά γράμματα’’, διότι κανείς μας, όταν περιμένει να του εγκριθεί το δάνειο για το σπίτι του, και δικαιολογημένα είναι φορτωμένος σκοτούρες, δεν έχει την ευχέρεια να κάνει έρευνα αγοράς για την ασφάλιση της κατοικίας του. Τη δεδομένη στιγμή, πετάει και η τράπεζα το σύνηθες, ‘‘πρέπει η ασφάλιση να γίνει από εμάς, για να προχωρήσει η έγκριση του δανείου’’, και τότε αναγκαζόμαστε να προχωρήσουμε για να μην πάει κάτι στραβά.

Τι γίνεται όμως με τις ασφαλίσεις αυτές και κατά πόσο είναι σωστές στην πράξη; Τι θα γίνει σε περίπτωση ζημιάς και ποιος θα ασχοληθεί με την εξυπηρέτησή μας;

Οι ‘‘Ασφαλιστικές Παρατηρήσεις’’ κάνουν μια προσπάθεια να ενημερώσουν τον ασφαλιζόμενο για την ασφάλιση της κατοικίας του, δηλ. τι μπορεί να ασφαλίσει, πως διαμορφώνεται το κόστος και ποιες λεπτομέρειες πρέπει να γνωρίζει για την ασφάλιση αυτή.

Οι περισσότερες ασφαλιστικές εταιρείες προσφέρουν πακέτα καλύψεων. Οι καλύψεις αφορούν κινδύνους, κυρίως, από πυρκαγιά αλλά και πλημμύρα, φυσικά φαινόμενα, κλοπής κλπ. Επίσης οι καλύψεις αυτές συνοδεύονται από συμπληρωματικές μικρότερες, όπως θραύση κρυστάλλων, διαρροή σωληνώσεων, βραχυκύκλωμα, έκρηξη λέβητα/θερμοσίφωνα, πυρκαγιά από δάσος, πτώση δέντρων ή κλαδιών, κακόβουλες ενέργειες και άλλες διάφορες καλύψεις.

Μια συμπληρωματική κάλυψη είναι και ο σεισμός, ο οποίος σαν κάλυψη προσφέρεται με ειδικό ασφάλιστρο και για κτίρια με άδεια κατασκευής μετά το 1960.

Το κόστος της ασφάλισης μιας κατοικίας προσδιορίζεται από το κόστος κατασκευής της, από την παλαιότητά της και από το είδος της κατασκευής. Π.χ. μια κατοικία με αρκετά ξύλινα στοιχεία, κεραμοσκεπή με ξύλινο σκελετό αυξάνει το ασφάλιστρο της πυρκαγιάς.

Οι εξοχικές κατοικίες ασφαλίζονται με υψηλότερα ασφάλιστρα, από λίγες εταιρείες και μάλιστα με την προϋπόθεση ότι έχει ασφαλιστεί η κύρια κατοικία του ιδιοκτήτη.

Αυτά, συνοπτικά για τις καλύψεις και το πως διαμορφώνεται το κόστος ασφάλισης της κατοικίας, όμως, για να επανέλθουμε και στο θέμα, το τι πρέπει να προσέξει ο ασφαλιζόμενος κατά την ασφάλιση, χρειάζεται να αναλύσουμε δύο έννοιες.

Η πρώτη, είναι η έννοια της υπασφάλισης. Είναι το βασικότερο λάθος που μπορεί να γίνει στην ασφάλιση διότι, είτε για να πληρώσουμε λιγότερα ασφάλιστρα, είτε γιατί δεν ενημερωθήκαμε σωστά, ασφαλίζουμε σε μικρότερες αξίες την κατοικία μας από τις πραγματικές σωστές αξίες. Το αποτέλεσμα είναι να αποζημιωθούμε με το ποσοστό ασφάλισης επί το σύνολο της ζημιάς. Π.χ. αν μια κατοικία έχει πραγματικό κόστος 100.000 € και έχουμε ασφαλίσει 80.000 €, αυτό σημαίνει ότι έχουμε 20% υπασφάλιση. Έτσι σε μια οποιαδήποτε ζημιά, θα αποζημιωθούμε το ποσό της πραγματικής ζημιάς, μείον 20%!

Η αντίθετη έννοια είναι αυτή της υπερασφάλισης. Και σε αυτήν την περίπτωση, είτε γιατί δεν ενημερωθήκαμε σωστά, είτε με δόλο σκεπτόμενοι, ασφαλίζουμε μεγαλύτερες αξίες από τις πραγματικές. Το αποτέλεσμα είναι και πάλι να αποζημιωθούμε στις πραγματικές αξίες οπότε ενδεχομένως για χρόνια, να πληρώναμε άδικα περισσότερα ασφάλιστρα χωρίς ουσία.

Εδώ σημειώνεται η λάθος ασφάλιση που γίνεται στις τράπεζες, στους όρους της υπασφάλισης και της υπερασφάλισης. Κι αυτό γιατί η τράπεζα μας υποχρεώνει να σφαλίσουμε την κατοικία για να εξασφαλιστεί η ίδια ,(αφού ορίζεται πρώτος δικαιούχος άλλωστε), για το δάνειό της.

Στην περίπτωση της υπασφάλισης, ο δανειολήπτης έχει μέρος του κεφαλαίου που χρειάζεται για την αγορά της κατοικίας, οπότε δανείζεται το υπόλοιπο μέρος της συνολικής αξίας. Η τράπεζα ζητάει να ασφαλιστεί το ακίνητο για το ποσό του δανείου, όμως αυτή η αξία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική διότι αποτελεί μέρος της συνολικής πραγματικής αξίας. Έτσι διαπιστώνεται υπασφάλιση.

Στην περίπτωση της υπερασφάλισης, ο δανειολήπτης αγοράζει μια κατοικία που η αξία αγοράς της είναι πολύ μεγαλύτερη από την κατασκευαστική, (κόστος μεσαζόντων κλπ), οπότε δανείζεται ποσό μεγαλύτερο από την πραγματική αξία. Η τράπεζα και σ’ αυτήν την περίπτωση ζητάει την ασφάλιση του ποσού αυτού, οπότε διαπιστώνεται υπερασφάλιση.

Ποιες είναι οι σωστές αξίες που πρέπει να ασφαλίσουμε για να έχουμε μια σωστή ασφάλιση και να μη βρεθούμε προ εκπλήξεως σε περίπτωση ζημιάς; Οι αξίες, που θα πρέπει να ασφαλίσουμε την κατοικία μας, υπολογίζονται με βάση το κατασκευαστικό κόστος και όχι με την εμπορική αξία του ακινήτου. Δεν έχει σημασία, δηλαδή, πόσο αγοράζουμε μια κατοικία, αλλά πόσο κοστίζει να χτιστεί με βάση τα τετραγωνικά της και τα λοιπά στοιχεία που αναφέραμε και παραπάνω.

Πώς όμως, μπορούμε να αποφύγουμε λάθος ασφαλίσεις και να μην πληρώνουμε χαμένα ασφάλιστρα; Η λύση είναι η σωστή ενημέρωση. Αν, πριν πάρουμε το δάνειο μας, ρωτήσουμε τον επαγγελματία προσωπικό μας ασφαλιστή, να μας ενημερώσει σχετικά με την ασφάλιση της κατοικίας και το δάνειο που πρόκειται να πάρουμε, τότε γνωρίζοντας, δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθούμε εκτεθειμένοι. Εξάλλου η διαφορά στο ασφάλιστρο, σε μια σωστή ασφάλιση, (σε σχέση με την υπασφάλιση), είναι πραγματικά ασήμαντη!

Δε χρειάζεται να επισημάνουμε, ότι είναι προτιμότερο και σωστότερο να ασφαλίσουμε την κατοικία μας, στον επαγγελματία, προσωπικό μας ασφαλιστή και είναι δεδομένο ότι θα μας εξυπηρετήσει πολύ καλύτερα όταν θα χρειαστεί. Το μόνο που θα υποχρεωθούμε να κάνουμε, ως προς την τράπεζα, είναι να της προσκομίσουμε αντίγραφο ασφαλιστηρίου, στο οποίο να αναφέρεται ότι είναι η ίδια πρώτη δικαιούχος.

Κλείνοντας, επειδή το σπίτι μας είναι το πιο σημαντικό περιουσιακό μας στοιχείο, και η απόκτησή του συχνά αποτελεί όνειρο και στόχο ζωής, επισημαίνουμε ότι μια ζημιά στο σπίτι μας μπορεί να επιφέρει οικονομική εξάντληση και πολλά, μεγάλα προβλήματα στην οικογένειά μας. Χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε όλοι την αναγκαιότητα της ασφάλισης της κατοικίας μας, βάζοντας την στις πρώτες προτεραιότητες μας και να σταματήσουμε να πιστεύουμε ότι το δικό μας σπίτι δεν θα πάθει ποτέ τίποτα.

Τέλος, να υπενθυμίσουμε, ότι το κράτος δεν πρόκειται να μας αποζημιώσει και να μας αντικαταστήσει την περιουσία μας σε οποιαδήποτε περίπτωση ζημιάς. Μόνοι μας πρέπει να εξασφαλίσουμε τα περιουσιακά μας στοιχεία.

Να κάνω ιδιωτική αποταμίευση;


Το σκάνδαλο των ομολόγων στα ασφαλιστικά ταμεία, ήρθε για άλλη μια φορά να ταράξει τα νερά στην κοινωνική ασφάλιση και να μεγαλώσει την ‘‘ανασφάλεια’’ των ασφαλισμένων. Οι συζητήσεις και οι ανακατατάξεις για το ασφαλιστικό αυξάνουν την ανησυχία του κόσμου.

Η γνώμη των Ελλήνων για την κοινωνική ασφάλιση, προκύπτει από δημοσκόπηση που είχε γίνει πριν από κάμποσα χρόνια και μάλλον τα ποσοστά ισχύουν ακόμα.

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση αυτή:

  • Το 88% του ελληνικού πληθυσμού πιστεύει ότι οι συντάξεις που δίνονται είναι πολύ χαμηλές.
  • Το 84% δε γνωρίζει, (και ανησυχεί), πόσα χρήματα θα είναι η σύνταξη του.
  • Το 76% θεωρεί ότι τα χρήματα που δίνονται στα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης είναι πολλά, σε σχέση με τη σύνταξη που θα πάρει.
  • Το 70% έχει την άποψη ότι, αν έδινε τα ίδια χρήματα που πληρώνει στο ταμείο του σε μια ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία, θα έπαιρνε καλύτερη παροχή.

Συμπεραίνουμε πως, ειδικά τα τελευταία χρόνια, είναι δεδομένη η στροφή των Ελλήνων στη ζήτηση ασφαλιστικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων στην ιδιωτική ασφάλιση. Το ερώτημα είναι: μπορεί η ιδιωτική ασφάλιση να υποκαταστήσει την κοινωνική;

Η αλήθεια είναι ότι η κοινωνική και η ιδιωτική ασφάλιση έχουν διαφορετικό χαρακτήρα, δεν παύει όμως να έχουν κοινό στόχο και να αλληλοεπηρεάζονται.

Απ’τη μια πλευρά, η κοινωνική ασφάλιση έχει φτάσει σε ένα σημείο που τα πάντα είναι ρευστά και οι αλλαγές προμηνούν ότι θα επηρεάσουν κατά πολύ τα δεδομένα του σήμερα. Τα κενά που παρουσιάζει είναι οφθαλμοφανή και όλοι τα ξέρουν, αλλά δυστυχώς ή οι εισφορές είναι λίγες για να καλύψουν τα κενά ή γίνεται κακή διαχείρισή τους ή και τα δύο.

Απ’την άλλη, η ιδιωτική ασφάλιση ανέρχεται σταδιακά στη χώρα μας, όμως υπολείπεται ακόμη του επιπέδου ανάπτυξης που έχουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Γι’αυτό λοιπόν, η ιδιωτική ασφάλιση πρέπει να αποτελεί συμπλήρωμα της κοινωνικής ασφάλισης. Σκοπός της δεν είναι να υποκαταστήσει την κοινωνική αλλά να την συμπληρώσει.

Έτσι, για το σκοπό αυτό, γίνονται προσπάθειες, από την ιδιωτική ασφάλιση, να προωθήσει ένα σύστημα ενθάρρυνσης της αποταμίευσης. Αυτό το σύστημα δεν είναι άλλο από τα εξελιγμένα αποταμιευτικά προγράμματα που επενδύουν ποσοστιαία σε αμοιβαία κεφάλαια, ώστε να εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμα αρκετά υψηλές αποδόσεις με σχετικά χαμηλό ρίσκο επένδυσης.

Τα οφέλη που προκύπτουν από την αποταμίευση είναι πολλά:

  • Οι εργαζόμενοι που καταβάλλουν ένα τμήμα του εισοδήματός τους για ασφάλιση , συνηθίζουν στην αποταμίευση, καθώς αισθάνονται ότι έχουν μεγαλύτερο έλεγχο στη διαμόρφωση του μελλοντικού τους εισοδήματος και συμμετέχουν ουσιαστικά στην αναβάθμιση της σύνταξής τους.
  • Τα χρήματα, που συγκεντρώνονται σε προσωπικό λογαριασμό, είναι διαθέσιμα στους κληρονόμους κάτι που δεν συμβαίνει με τις υποχρεωτικές εισφορές της κοινωνικής ασφάλισης, ιδίως σε περιπτώσεις θανάτου του ασφαλισμένου πριν την έναρξη συνταξιοδότησης.
  • Οι αποδόσεις των αποταμιεύσεων αυτών, είναι συνήθως υψηλότερες απ’αυτές που προσφέρουν τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, διότι η διαχείριση γίνεται από επαγγελματίες. Επιπλέον έχει μηχανισμό εποπτείας οπότε ελαχιστοποιούνται οι περιπτώσεις ‘‘σκανδάλων’’.
  • Αντίθετα με το αναδιανεμητικό σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης, που αντιστοιχίζει τις εισφορές των εργαζομένων με τις συντάξεις προς τους συνταξιούχους, τα ιδιωτικά προγράμματα χαρακτηρίζονται από μια άμεση σχέση αποταμίευσης και παροχής. Αυτό σημαίνει ότι το κάθε πρόγραμμα είναι αυστηρά προσωπικό και προσαρμοσμένο στις ανάγκες του κάθε ασφαλιζομένου, ανάλογα με τις εισφορές του, χωρίς να επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες, π.χ. αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αντιστοιχία εργαζομένων – συνταξιούχων κλπ.
  • Παράλληλα, ο συνδυασμός των αποταμιευτικών – συνταξιοδοτικών προγραμμάτων με ασφαλιστικές καλύψεις αναπλήρωσης εισοδήματος σε περιόδους προσωρινής ή μόνιμης ανικανότητας για εργασία, συντελεί στον περιορισμό της επαγγελματικής ανασφάλειας των εργαζομένων.
  • Σημαντικό κίνητρο, τέλος, για την ιδιωτική ασφάλιση δίνει και η φορολογική απαλλαγή για τις ιδιωτικές ασφαλίσεις, (αποταμίευση, συμπληρωματικές καλύψεις), που έχει κάθε οικογένεια.

Είναι προφανές, καταλήγοντας, ότι η προσφορά τέτοιων προγραμμάτων από την ιδιωτική ασφάλιση, με παράλληλη φορολογική ή άλλη υποστήριξη από το κράτος, λειτουργεί προς όφελος των ασφαλισμένων.

Οι επιλογές που υπάρχουν για τα συνταξιοδοτικά ασφαλιστικά προγράμματα είναι πάρα πολλές. Ανάλογα με την ηλικία του, ο καθένας μας, με τα χρήματα που μπορεί να διαθέσει, με την οικογενειακή του κατάσταση, με τους στόχους του και τα όνειρά του για το μέλλον, μπορεί να επιλέξει και να σχεδιάσει μαζί με τον ασφαλιστικό του σύμβουλο ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα. Βασισμένο στις δικές του ανάγκες του παρόντος αλλά περισσότερο του δύσκολου και αβέβαιου μέλλοντος.

Επαγγελματική – Εργοδοτική Αστική Ευθύνη


Όλοι μας γνωρίζουμε ότι αυτός που προξενεί μία ζημία στον συνάνθρωπό του είναι υποχρεωμένος, ηθικά και νομικά να τον αποζημιώσει.

Η υποχρέωσή του αυτή είναι γνωστή ως Αστική Ευθύνη έναντι τρίτων.

Στα ανεπτυγμένα κράτη της Ευρώπης και της Αμερικής εδώ και δεκαετίες, η ασφαλιστική κάλυψη Αστικής Ευθύνης έναντι τρίτων, είναι σχεδόν συνυφασμένη με την ίδια την ύπαρξη του κάθε ατόμου, γιατί και οι απαιτήσεις αποζημιώσεων είναι τόσο λογικές, όσο λογικό είναι το να πληρωθεί ένας εργαζόμενος από τον εργοδότη του.

Στην Ελλάδα, μέχρι πριν μερικά χρόνια, για πληθώρα ζημιών, δεν τολμούσαμε ούτε να σκεφτούμε την απαίτηση αποζημίωσης από τον τρίτο (γείτονα ή συνάνθρωπό μας), γιατί η απαίτησή μας αυτή απευθυνόταν απ’ ευθείας σ’ αυτόν και, λόγω των στενών φιλικών και οικογενειακών δεσμών, μια τέτοια απαίτηση δεχόταν επικρίσεις.

Σήμερα, η ασφάλιση Αστικής Ευθύνης έναντι τρίτων, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, τουλάχιστον για την λειτουργία των επιχειρήσεων και αυτό οφείλεται σε πέντε κυρίως λόγους:

  1. η αυστηρότερη νομοθεσία, αποτέλεσμα της οποίας είναι τα διαρκώς αυξανόμενα ποσά αποζημιώσεων Αστικής Ευθύνης που επιδικάζονται,
  2. η ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε. δημιούργησε υποχρεώσεις τήρησης κανόνων και Κοινοτικών Οδηγιών,
  3. η ανάπτυξη της ασφαλιστικής κάλυψης Νομικής Προστασίας, η οποία καλύπτει όλα τα δικαστικά έξοδα στην περίπτωση που ο ζημιωθείς απαιτήσει με ένδικα μέσα την αποζημίωσή του από τον υπαίτιο,
  4. η ανάπτυξη του τουρισμού στην Ελλάδα εκτός του ότι έφερε τον τουρίστα ως απαιτητικό καταναλωτή αντιμέτωπο με τον Έλληνα επιχειρηματία, επέδρασε, αφ’ ενός αλλάζοντας την νοοτροπία και τον τρόπο σκέψης των Ελλήνων, αφ’ εταίρου οδήγησε σε χαλάρωση των δεσμών και των ανθρωπίνων σχέσεων.
  5. ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων και η προσπάθειά τους για την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών προς τους πελάτες τους.

Σκοπός του ασφαλιστηρίου Αστικής Ευθύνης έναντι τρίτων, είναι να προστατέψει και να καλύψει τον ασφαλιζόμενο από τις συνέπειες των πράξεων ή των παραλείψεών του από αμέλεια, που συμβαίνουν έμμεσα ή άμεσα, είτε από την λειτουργία της κινητής ή ακίνητης περιουσίας του, είτε από αμελείς πράξεις ή παραλήψεις του ιδίου, των προσώπων που έχει στην υπηρεσία του, των μελών της οικογένειάς του, ή ακόμα και των οικιακών ζώων του, και που έχουν σαν αποτέλεσμα να προκληθεί ζημία σε βάρος κάποιου τρίτου, είτε στα πράγματα αυτού (υλική ζημία), είτε σ’ αυτόν τον ίδιο (σωματική βλάβη ή θάνατος).

Συγκεκριμένα στον κλάδο των επιχειρήσεων, θα πρέπει να γίνει συνείδηση πως ένα ασφαλιστήριο Επαγγελματικής – Εργοδοτικής Αστικής Ευθύνης είναι ικανό να ‘‘σώσει’’ την επιχείρηση από δυσβάσταχτες αποζημιώσεις που μερικές φορές μπορεί να αποβούν μοιραίες γι’ αυτήν.

Καλωσόρισμα

Στην πρώτη μου δημοσίευση, στον κόσμο των ιστολογίων, θα καλωσορίσω τον εαυτό μου, (για να δω και πως δουλεύει αυτό το πράμα), όπως επίσης θεωρώ υποχρέωσή μου να καλωσορίσω και τους όποιους αναγνώστες και σχολιαστές μου!

Καλωσορίσατε λοιπόν και καλές αναγνώσεις!